εὐφημῶν γὰρ ἥδομαι τὰ σά, ἀπορῶν δὲ λόγου δειλιῶ Πρόδρομε, αὐτὸς δὲ ἐνισχύων με παράσχου ἐπαξίως λέγειν·

Χαῖρε, δι’ οὗ ἡ χαρὰ ἐφάνη· χαῖρε, δι᾿ οὗ ἡ ἀρὰ ἐφθάρη.

(=Γλυκαίνομαι και εγκωμιάζω τις αρετές σου Πρόδρομε! Διστάζω όμως και δειλιάζω μια που δεν βρίσκεται μέσα μου λόγος ικανός να εκφράσω τούτο τον έπαινο.Εσύ όμως δωσε μου δυναμη σε αυτό!..)

Στο μεθόριο της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης βρίσκεται το επισφράγισμα όλων των προφητών και ο μέγιστος αυτών, ο Τίμιος Πρόδρομος.
Αυτό το επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Κύριος όταν είπε ότι «ουκ εγήγερται μείζων εν γεννητοίς γυναικών του Ιωάννου του βαπτιστού ,δηλ. δεν γεννήθηκε φυσιολογικός άνθρωπος σπουδαιότερος από τον Ιωάννη τον βαπτιστή.

Στην Παλαιά Διαθήκη ονομάστηκε προφητικά από τον Ησαΐα «φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού», διότι προετοίμασε και προλείανε τις καρδιές των ανθρώπων για να δεχθούν το κήρυγμα του Κυρίου. Η προφητική του ιδιότητα δεν εξαντλείται, με το να διδάσκει το λόγο του Θεού, αλλά με το να προαναγγέλλει και τελικά να υποδεικνύει το πρόσωπο του Ιησού, ο οποίος ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας.

Ονομάστηκε Πρόδρομος, διότι είχε ως αποστολή να προετοιμάσει τους συμπατριώτες του για να δεχθούν τον Ιησού Χριστό. Όταν ο Ιωάννης είδε τον Χριστό να τον πλησιάζει είπε: «Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος εστίν περί ου εγώ είπον, οπίσω μου έρχεται ανήρ ος έμπροσθεν μου γέγονεν, ότι πρώτος μου ην». Αξιώθηκε να βαπτίσει τον Κύριο στον Ιορδάνη ποταμό και είδε το Άγιο Πνεύμα να κατεβαίνει από τον ουρανό και να κάθεται σε Αυτόν ενώ η φωνή του Πατρός επιβεβαίωνε την θεότητα του Υιού ως του δευτέρου Προσώπου της Αγ. Τριάδος λέγοντας: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ηυδόκησα».

Οι σύγχρονοι του Προδρόμου τον ταύτιζαν με τον προφήτη Ηλία. Ο ίδιος, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος όταν ρωτήθηκε από τους μαθητές του «τι ουν, Ηλίας ει συ;», τους απάντησε «ουκ ειμί». Ο Χριστός διακρίνει σαφώς τον προφήτη Ηλία από τον Βαπτιστή Ιωάννη λέγοντας «καί αυτός(ο Ιωάννης) προελεύσεται ἐνώπιον αυτού (του Χριστού) εν πνεύματι και δυνάμει Ηλιού».Τα λόγια του Κυρίου σημαίνουν ότι ο Ιωάννης θα έχει το θάρρος και την ατρόμητη παρρησία του Ηλία. Πράγματι, και οι δύο αντιτάχθηκαν στους ισχυρούς της εποχής τους, ο μεν Ηλίας στην βασίλισσα Ιεζάβελ, ο δε Ιωάννης στην Ηρωδιάδα. Σε όλη του τη ζωή παρέμεινε βαθύτατα ταπεινός και είχε πάντα την βαθειά συναίσθηση, πως ήταν το λυχνάρι απέναντι στο Φως, ο υπηρέτης μπροστά στον Δεσπότη, ο άνθρωπος μπροστά στον Θεό. Όταν εμφανίστηκε ο Χριστός, ο Ιωάννης από συστολή έλεγε στους μαθητές του «Εκείνον (δηλ. τον Χριστό) δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθε

Άρθρο ,Πρωτοπρεσβύτερου Νικολάου Χριστοδούλου